Απόσταξη
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Απόσταξη ονομάζεται η μέθοδος με την οποία απομονώνεται ένα "καθαρό" υγρό από ένα μίγμα.
Με τη μέθοδο αυτή θερμαίνεται ένα μίγμα που περιέχει υγρό μέχρι που βράζοντας το υγρό σχηματίζει ατμούς. Οι ατμοί αυτοί οδηγούνται σε σχετική διάταξη ενός μέσου που λέγεται συμπυκνωτής όπου εκεί ψύχονται και μετατρέπονται σε "καθαρό υγρό".
Κλασματική απόσταξη ονομάζεται η ίδια μέθοδος με τη διαφορά ότι σ΄ αυτή επιχειρείται απόσταξη υγρών, (με διαφορετικά σημεία βρασμού), που βρίσκονται στο ίδιο μίγμα. Έτσι στη κλασματική απόσταξη κάθε υγρό βράζει σε διαφορετική θερμοκρασία γεγονός που επιτρέπει τη συγκέντρωση και αντίστοιχα συμπήκνωση ξεχωριστά των ατμών τους. Ευνόητο ότι η απομόνωση υγρών με κλασματική απόσταξη ξεκινάει από το υγρό που έχει το χαμηλότερο σημείο βρασμού.