Αλεξάνδρεια
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Αλεξάνδρεια είναι πόλη της Αιγύπτου η οποία ιδρύθηκε το 331 π.Χ. από τον Αλέξανδρο τον Μέγα. Υπήρξε το μεγαλύτερο λιμάνι και πρωτεύουσα της χώρας κατά την αρχαιότητα, ενώ στην ακμή της αποτελούσε μία από τις επιφανέστερες εστίες πολιτισμού, διάσημη για την βιβλιοθήκη της.
Η πόλη της Αλεξάνδρειας βρίσκεται στα δυτικά του Δέλτα του Νείλου μεταξύ της Μαρεώτιδος λίμνης και τη νήσου του Φάρου. Συνδεόταν τεχνητά με ένα είδος γέφυρας, το λεγόμενα Επταστάδιο που ενώνε το νησί Φάρος με την πόλη, δημιουργώντας έτσι τα δύο λιμάνια της: τον Μεγάλο Λιμένα στα Ανατολικά και τον Εύνοστο προς τη Δύση. Με τον καιρό οι προσχώσεις πλάτυναν το Επταστάδιο τόσο ώστε τους περασμένους αιώνες να κτιστεί εκεί η τουρκική συνοικία της Αλεξάνδρειας και η Φάρος να γίνει συνέχεια και προέκταση της πόλης στη θάλασσα.
[Επεξεργασία] Ιστορία
Ιδρύθηκε το 331 πΧ από τον Μέγα Αλέξανδρο. Για να διακρίνεται από τις υπόλοιπες 31 Αλεξάνδρειες έγινε γνωστή ως Alexandrea ad Aegyptum (« Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ») και σήμερα ονομάζεται Iskanderia. Νωρίτερα οι Έλληνες είχαν ιδρύσει μίαν άλλην πόλη στο Δέλτα του Νείλου, τη Ναύκρατη, ο Μέγας Αλέξανδρος όμως θέλησε να κατασκευάσει τη νέα στις όχθες αδιαφορώντας για την κακή ποιότητα του χώματος και τους κινδύνους του Δέλτα.
Κατά το πέρασμά του από την Αίγυπτο το 332-332 πΧ ο Αλέξανδρος εμπιστεύτηκε τον έλληνα αρχιτέκτονα Δεινοκράτη τον Ρόδιο, για να χτίσει την πόλη βάση ορθογώνιου πολεοδομικού σχεδίου, με διασταυρούμενες κεντρικές οδούς. Η νέα πόλη περιέβαλε ένα παλιό αιγυπτιακό χωριό (Rhakotis) το οποίο αργότερα αποτέλεσε το οικιστικό κέντρο των ιθαγενών. Η πόλη άρχισε να ακμάζει όταν έγινε πρωτεύουσα της Αιγύπτου μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου και κατά τη βασιλεία του Πτολεμαίου, γιού του Λάγου και ιδρυτή της δυναστείας των Λαγιδών.
Από το πρώτο μισό του 3ου αιώνα π.Χ., η Αλεξάνδρεια στολίζεται με μνημεία και αποκτά σταδιακά το χαρακτήρα με τον οποίο θα μείνει γνωστή μέχρι το τέλος της αρχαιότητας: τα Ανάκτορα, το Μουσείο, τη Βιβλιοθήκη, το Σεράπειον (ναός αφιερωμένος στον ελληνοαιγυπτιακό θεό Σέραπι), το ναό της Ίσιδος, αγορές, το θέατρο και φυσικά ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητας, το φάρο του Σώστρατου πάνω στο νησί Φάρος, από όπου πήραν και το όνομά τους οι φάροι.
Για περισσότερο από μία χιλιετία και μέχρι την κατάκτησή της από τους Άραβες το 641, η Αλεξάνδρεια θα παραμείνει η πολιτιστική και πνευματική πρωτεύουσα μεγάλου μέρους του μεσογειακού κόσμου αφού έχει υπάρξει για τους τρεις τελευταίους αιώνες π.Χ. και η διοικητική πρωτεύουσα της Εξελληνισμένης Αιγύπτου.
[Επεξεργασία] Η Αλεξάνδρεια στη νεότερη λογοτεχνία
Η κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια που γεννήθηκε κάτω από την διοίκηση της Αιγύπτου από τον Μεχμέτ Αλή και επιβίωσε μέχρι τη διακυβέρνηση του Νάσερ, ήταν η πατρίδα του μεγάλου Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη, του ιταλού ποιητή Τζιουζέπε Ουνγκαρέτι καθώς και του πατέρα του φουτουρισμού Φιλίππο Μαρινέτι. Η πόλη όμως γοήτευσε και αυτούς που –περαστικοί- έζησαν για κάποιο διαστημα σ’αυτόν τον τόπο. Λογοτεχνικό φόρο τιμής στην Αλεξάνδρεια έχουν αποδώσει ο Λώρενς Ντάρρελ με την τετραλογία του, «Αλεξανδρινό κουαρτέτο» (Ιουστίνη, Βαλτάσαρ, Μαουντόλιβ, Κλέα) - που αποτέλεσε σταθμό στη λογοτεχνία- και ο δικός μας Στρατής Τσίρκας στο συγκλονιστικό τελευταίο μέρος της τριλογίας του «Ακυβέρνητες Πολιτείες», τη «Νυχτερίδα». Πρόσφατα εκδόθηκε στα ελληνικά το βιβλίο «Αλεξάνδρεια. Η πόλη της μνήμης» του Μάικλ Χάαγκ, που παρουσιάζει την πόλη με τα μάτια των Καβάφη, Ντάρρελ και Φόρστερ, κάνοντας έτσι ευρύτερα γνωστή στο ελληνικό κοινό και τη σχέση του Ε.Μ.Φόρστερ με την Αλεξάνδρεια.